- διψηρός
- διψ-ηρός, ά, όν,
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
διψηρός — Aër. masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διψηρά — διψηρός Aër. neut nom/voc/acc pl διψηρά̱ , διψηρός Aër. fem nom/voc/acc dual διψηρά̱ , διψηρός Aër. fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διψηρόν — διψηρός Aër. masc acc sg διψηρός Aër. neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διψηραί — διψηρός Aër. fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διψηροτέροις — διψηρός Aër. masc/neut dat comp pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διψηροῖς — διψηρός Aër. masc/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διψηρούς — διψηρός Aër. masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διψηρᾶς — διψηρός Aër. fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διψηρή — διψηρός Aër. fem nom/voc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
-ηρός — το επίθημα ηρός είναι το πιο διαδεδομένο από τα επιθήματα σε ρος τής Αρχαίας. Στον Όμηρο απαντά μικρός αριθμός επιθέτων σε ηρός αλλά στους μεταγενέστερους συγγραφείς ο αριθμός αυτός αυξάνεται σημαντικά. (Ήδη στον Ιπποκράτη απαντούν 20 νέα… … Dictionary of Greek
διψηράν — διψηρά̱ν , διψηρός Aër. fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)